Oσμή
- Δημοσιεύτηκε ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2010
- ΕΡΩΤΕΣ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΕΥΧΟΣ 3
- 1ο βραβείο στο Διαγωνισμό Μικροδιηγήματος του Λογοτεχνικού Bistro της Στέλλας
Ξυπνώ αλαφιασμένη απ’ όνειρο παράξενο. Όλο πήγαινα να σε φτάσω, κι όλο μού φευγες. Πραγματικότητα. Τέσσερις, είπε το ραδιόφωνο. Χαράζει. Και τότε χάραξε, όταν μας πήρε ο ύπνος. Δυόμιση χρόνια και δε στέγνωσε ο ιδρώτας μας. Νοτισμένο μαξιλάρι. Τί να σου κάνει το ανοιχτό παράθυρο τον Αύγουστο; Ολόδροσο αργίτικο πεπόνι. Κουκούτσια σε κοπάδι τρέχουνε στο νεροχύτη. Λιγώθηκα. Δε λες να φύγεις κι ας ήσουν όνειρο. Βάζω σαγιονάρες, σορτσάκι, το t-shirt που φορούσα χθες. Όσο ροχαλίζει η πόλη, θα περπατήσω ως το σπίτι σου με ασφάλεια.
Η Αναπαύσεως κοιμάται. Το λέει και τ’ όνομα, πλεονασμός. Διασχίζω τη Μουσούρου, φεγγάρι αδιευκρίνιστο, ανηφοριά κουραστική, αστέρια ετοιμοθάνατα, το σχολείο με τα γκράφιτι, κουφόβραση κολλημένη στο πετσί μου, το μπαλκόνι σου, σφαλισμένα ρολά, γλαστράκια απότιστα, μία σφουγγαρίστρα που κάνει κατακόρυφο, λείπεις. Μου λείπεις. Λείπετε. Διακοπές. Όλοι λείπουνε κι εγώ παραμένω. Η πόλη μου σε μελωδία χωριού. Τα αυτοκίνητα μπορούν να μετρηθούν. Περιττώματα βουκαμβίλιας. Μία κατσαρίδα τρέχει μην την προλάβει το ξημέρωμα. Βιάζομαι να μπω στο ντους. Όλα, δεν ξεβγάζονται. Βρομάει πεπόνι στην κουζίνα. Αυτό που πριν μοσχοβολούσε. Με τον καιρό θα καταφέρω να αδειάσω κι εσένα σε σακούλα. Με τον καιρό, σαν φλούδι φρούτου που βρόμισε, μα είχα προλάβει να δαγκώσω και να γλυκαθώ για πάντα.