Το Καλιμμαύχι

📸 Κωνσταντίνα Τασσοπούλου
Το αριστερό του χέρι σταθερό, το δεξί του σταθερά σε κάποια κίνηση. Συνήθεια αδιάκοπη που έρχεται από τα παλιά. Άλλοτε με το Δισκοπότηρο και το άγιο κουτάλι. Άλλοτε με τ’ Αντίδωρο και το μαχαίρι. Άλλοτε με το Ευαγγέλιο που όσο να πεις, δεν είναι ελαφρύ.
Δεν λειτουργάει πια τις Κυριακές, μονάχα λειτουργιέται. Έπειτα, κατηφορίζει ως την ταβέρνα, καθίζει βολικά σε μια καρέκλα, σηκώνει το μανίκι κι αρχίζει το λειτούργημα. Καθαρίζει τα σκόρδα, ψιλοκόβει τα κρεμμύδια, ετοιμάζει τα λεμόνια που θα ισορροπήσουνε το φαγητό, θα φέρουν την ισορροπία. Οι ώρες οι δικές του έχουνε περίσσευμα, χρειάζονται γέμισμα. Οι ώρες της νύφης του στριμώχνονται στο χρόνο. Έχει να μαγειρέψει για πολλούς. Δεν είναι πράγμα εύκολο να κουμαντάρεις τόσα καζάνια και τόσα ταψιά. Μια ταβέρνα είναι δύσκολη δουλειά, απαιτητική.
Χρειάζονται και επιπλέον χέρια να δώσουνε βοήθεια. Χέρια που να τα κινεί η καλοσύνη, η αγάπη. Χέρια που να τα κινεί το χέρι του Θεού. Αυτό που τον βοηθά να βγάλει από την κεφαλή το καλυμμαύχι και να το ακουμπήσει στο τραπέζι, ώστε να γίνει λίγο πιο άνετα η δουλειά που αν σταθείς και την καλοκοιτάξεις, δεν απέχει και πολύ από «Τα Άγια τοις Αγίοις».