parablogos.gr
- www.parablogos.gr
Όταν διαβάζεις πολύ, πολλά και για πολύ καιρό, αποκτάς μια συνήθεια. Λίγο ως πολύ κατασταλάζεις στο στυλ και στο είδος γραφής που σου αρέσει, σε είδη, συγγραφείς, εκδότες, ρεύματα που ξέρεις ότι θα σου χαρίσουν κάποιες ευχάριστες ώρες. Αυτό έχει ένα καλό, το ίδιο καλό που έχει κάθε είδος συντηρητισμού: νιώθεις ασφαλής. Από την άλλη, έχει και ένα κακό, το ίδιο που επίσης έχει κάθε είδος συντηρητισμού: μπορεί να χάσεις μερικά διαμάντια.
Τι νόημα έχουν τα παραπάνω; Ας πούμε ότι το παραπάνω μάθημα το έλαβα διαβάζοντας “Το καλοκαίρι του Ευκλείδη” της Κωνσταντίνας Τασσοπούλου.Φοβάμαι ότι μπορεί στο βιβλιοπωλείο να το προσπερνούσα εύκολα. Δεν είναι μεγάλο κι εγώ τρελαίνομαι για βιβλία που έχουν 600+ σελίδες. Ξέρετε, σαν αυτά τα αμερικάνικα που ο συγγραφέας πληρώνεται με τη λέξη και περιγράφει μια απλή σκηνή ως εξής: “Σηκώθηκε αργά, νωχελικά από το κρεβάτι και κατευθύνθηκε στο ντους. Άνοιξε πρώτα το ζεστό και μετά το κρύο, αφήνοντας το νερό να πέσει με δύναμη. Ύστερα έβαλε αφρόλουτρο στο σφουγγάρι και το πέρασε πάνω από το αγουροξυπνημένο δέρμα της, ενώ σκεφτόταν τις δουλειές της ημέρας”. Παρλαπίπες δηλαδή, που μπορεί να περιγράφουν μια δυναμική πράκτορα του FBI που είναι σε αποστολή. Έτσι φτάνεις τις 600 σελίδες και οι εκδότες κάνουν πάρτι. Όχι όμως κι οι αναγνώστες.
Το καλοκαίρι του Ευκλείδη επίσης δε θυμίζει σε τίποτα το “Θεώρημα του Παπαγάλου” ή τα “Αστέρια της Βερνίκης”, υπέροχες ιστορίες βασισμένες σε μεγάλες μαθηματικές ανακαλύψεις. Αυτός ο Ευκλείδης συναντάει κάπου τα μαθηματικά, αλλά δεν είναι μαθηματικά.
Τι είναι λοιπόν; Δεν έχω βρει ακριβή ορισμό, αλλά “Το Καλοκαίρι Του Ευκλείδη” είναι όλα. Και ιστορία και πραγματικότητα. Και όνειρο. Και μαγεία. Και νοσταλγία. Αν τα βιβλία είναι σαν μέλι, ο Ευκλείδης της Κωνσταντίνας είναι σαν βασιλικός πολτός: συμπυκνωμένη ενέργεια.
Γίνεται σε 60 σελίδες κάποιος να σε στείλει 30 χρόνια πίσω; Γίνεται, αλλά μόνο αν διαβάσεις το καλοκαίρι του Ευκλείδη και έχεις ζήσει στη δεκαετία του ‘80. Αν έχεις κάνει διακοπές με τον παππού και τη γιαγιά. Αν έχεις πάει για μπάνιο στη θάλασσα με αυτοκίνητο χωρίς κλιματισμό. Αν έχεις φάει καρπούζι από μποστάνι, με φέτα από τον τενεκέ. Αν έχεις κοιμηθεί σε χωριάτικο σπίτι, ζωντανό από ήχους ξύλου που τρίζει. Αν έχεις γνωρίσει την ηχορρύπανση του τζίτζικα, του γκιώνη και του τρακτέρ. Αν έχεις δει σε ασπρόμαυρη τηλεόραση, αν έχεις περπατήσει για να πάρεις τηλέφωνο,όχι με πλήκτρα, αλλά με το δίσκο που πάει γύρω γύρω, κάθε αριθμός και ένας κύκλος.
Το καλοκαίρι του Ευκλείδη ξεκλείδωσε το χρονοντούλαπό μου, γεμάτο από αναμνήσεις, ανθρώπους και καταστάσεις που δεν υπάρχουν πια και δεν επαναλαμβάνονται. Ξύπνησε μια γλυκιά νοσταλγία, αυτή που όλοι νιώθουμε για την παιδική μας ηλικία, μόνο πιο σχηματοποιημένη, σε εικόνες, σκέψεις και λέξεις. Υποθέτω ότι για να μπορείς να γράψεις έτσι, έχεις διασώσει το παιδί μέσα σου. Κι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Όχι σήμερα και όχι στην Αθήνα. Γι’ αυτό και η Κωνσταντίνα είναι ξεχωριστή. Όχι μόνο διέσωσε το δικό της παιδί. Ανέσυρε και το δικό μου.
Το καλοκαίρι του Ευκλείδη μπήκε ήδη στα αγαπημένα βιβλία. Και παρότι ξέρω ότι δεν τους νοιάζει, εύχομαι και οι δικοί του εκδότες (Οσελότος) να κάνουν πάρτι.